Η ιστορία πίσω από τη λογοκρισία ενός γκράφιτι στους δρόμους της Κολομβίας

18 Οκτωβρίου 2019, Μπογκοτά. Μετά από μία δυσανάλογη σε σχέση με τον «εχθρό» επιχείρηση, 20 ένοπλοι στρατιωτικοί εκφοβίζουν και απωθούν τέσσερις νεαρούς καλλιτέχνες που σχεδιάζουν ένα γκράφιτι σε έναν τοίχο σε κεντρικό δρόμο. Στη συνέχεια το σχέδιο σβήνεται με λευκή μπογιά, παρουσία αστυνομικών.

Το γκράφιτι απεικονίζει στο κέντρο πέντε υψηλόβαθμα στελέχη του στρατού, τρία από τα οποία εν ενεργεία, πάνω αριστερά γράφει «5.763 ψεύτικες επιτυχίες = δολοφονίες πολιτών» και δεξιά διατυπώνει το ερώτημα «ποιος έδωσε τη διαταγή;»

Για να κατανοήσουμε τι ακριβώς σημαίνει αυτό το μήνυμα, χρειάζεται να επιστρέψουμε για λίγο στο 2002, έτος εκλογής στην προεδρία της χώρας του ακροδεξιού Άλβαρο Ουρίμπε Βέλες. Την ίδια εποχή, με τον παγκόσμιο «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» να βρίσκεται στο απόγειο του, οι αντάρτικες ομάδες Ένοπλες Επαναστατικές Δυνάμεις Κολομβίας (FARC) και Στρατός Εθνικής Απελευθέρωσης (ELN) εντάσσονται στη λίστα των τρομοκρατικών οργανώσεων του State Department. Επιπλέον, σύμφωνα με το Δόγμα της Αποτελεσματικής Εθνικής Κυριαρχίας, η εθνική ασφάλεια των Η.Π.Α. απειλείται από την αδυναμία των λατινοαμερικανικών κρατών να ελέγξουν πλήρως το εσωτερικό των συνόρων τους. Και η Κολομβία είναι γεμάτη με τέτοιες «ακυβέρνητες περιοχές». Το 2003 τίθεται σε εφαρμογή το Plan Patriota, ένα σχέδιο που συνίσταται στην εκπαίδευση και ενίσχυση του κολομβιανού στρατού για την ανακατάληψη εδαφών κατεχομένων από τους αντάρτες. Έτσι, η χώρα μετατρέπεται στον τρίτο κατά σειρά αποδέκτη στρατιωτικής βοήθειας παγκοσμίως, προκειμένου να πετύχει την εξόντωση των «ναρκοτρομοκρατών».

Σε αυτό το πλαίσιο, οι πολεμικές επιχειρήσεις αυξάνονται κατακόρυφα σε ολόκληρη τη χώρα, καθώς ο στρατός επιδίδεται σε έναν πόλεμο χωρίς ανακωχή, με στόχο αυτό που καμία κυβέρνηση δεν είχε πετύχει τα τελευταία 40 χρόνια: τη στρατιωτική επικράτηση επί των ανταρτών.

Η ιστορία, βέβαια, δείχνει ότι ο πολεμοχαρής Ουρίμπε δεν κατάφερε να νικήσει στρατιωτικά τους αντάρτες. Είχε όμως να επιδείξει μεγάλες «στρατιωτικές επιτυχίες».

Οι αριθμοί δε βγαίνουν

Σύμφωνα με έρευνα που δημοσίευσε το περιοδικό Semana, στα τέλη του 2003 οι FARC αριθμούν 16.672 μέλη. Με βάση τα επίσημα στοιχεία που δίνουν οι Ένοπλες Δυνάμεις Κολομβίας, την ίδια χρονιά 10.732 αντάρτες εξουδετερώθηκαν, δηλαδή, είτε σκοτώθηκαν κατά τις πολεμικές συγκρούσεις, είτε συνελήφθησαν είτε λιποτάκτησαν. Αυτό σημαίνει ότι το 2004 είχαν απομείνει 5.940 ενεργοί αντάρτες και αντάρτισσες. Για την ίδια χρονιά όμως, ο στρατός αναφέρει ότι εξουδετέρωσε 9.911. Τι δεν πάει καλά;

Το φαινόμενο της υπερβολής ως προς τους αριθμούς των νεκρών αντιπάλων είχε παρατηρηθεί και στον πόλεμο του Βιετνάμ και είναι διεθνώς γνωστό ως body count syndrome. Δεν αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία της Κολομβίας, αλλά η Κολομβία στο διάστημα 2002 – 2010 το πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα. Καθώς λοιπόν αυξάνονται οι «στρατιωτικές επιτυχίες», αυξάνονται και οι επιβραβεύσεις για τις ένοπλες δυνάμεις. Για την ακρίβεια, είχαν εκ των προτέρων καθιερωθεί οικονομικά – και όχι μόνο – κίνητρα από τον ίδιο τον Υπουργό Άμυνας Καμίλο Οσπίνα: μεταξύ αυτών, ένα ταξίδι αναψυχής στο Ντουμπάι για τον στρατιώτη που θα σκότωνε τους περισσότερους αντάρτες σε μία περίοδο ή διακοπές ολόκληρο το Δεκέμβρη για το τάγμα που θα πετύχαινε τον ίδιο στόχο.

Την ίδια ακριβώς εποχή, περισσότεροι από 4.000 άνθρωποι, οι οποίοι καμία σχέση δεν είχαν με τα αντάρτικα, βρίσκονται δολοφονημένοι και θαμμένοι σε ομαδικούς τάφους, φορώντας στρατιωτική στολή και κρατώντας ένα όπλο. Έτσι ξεσπάει το σκάνδαλο των λεγόμενων falsos positivos, μία αποτρόπαιη πραγματικότητα που αποτελεί ξεκάθαρο δείγμα του εκφυλισμού του πολέμου στην Κολομβία.

Τα falsos positivos ή εξωδικαστικές εκτελέσεις (ejecuciones extrajudiciales) αποτελούν με λίγα λόγια μία τακτική του κολομβιανού στρατού, ο οποίος πλησιάζει ανυποψίαστους νεαρούς από αγροτικές περιοχές ή από τις φτωχογειτονιές των πόλεων, και με υποσχέσεις για εργασία, π.χ. σε κάποια χωράφια γαιοκτημόνων, τους μεταφέρει πολύ μακριά από τον τόπο κατοικίας τους, όπου τους δολοφονεί εν ψυχρώ, στη συνέχεια τους ντύνει με μία στολή παραλλαγής, τους βάζει και ένα όπλο στο χέρι και τους παρουσιάζει σαν αντάρτες που σκοτώθηκαν σε μάχη!

Επί της προεδρίας Ουρίμπε αυξήθηκαν κατά 154% οι δολοφονίες αυτού του είδους. Μία πρόσφατη μελέτη που περιλαμβάνει μαρτυρίες αστυνομικών και στρατιωτικών, αποκαλύπτει ότι στο διάστημα αυτό ο κολομβιανός στρατός είχε δολοφονήσει πολύ περισσότερους ανθρώπους από όσους αρχικά υπολογίστηκαν, ανεβάζοντας τον αριθμό στους 10.000.

Falsos positivos 1.jpg

Η αρχική αντίδραση της κυβέρνησης είναι να προσπαθήσει να συγκαλύψει τα όσα συμβαίνουν. Στη συνέχεια, παρόλο που πληθαίνουν οι μαρτυρίες των συγγενών των αγνοουμένων, οι οποίοι αποκαλύπτουν το ίδιο μοτίβο εξαφάνισης και εκτέλεσης, ο Ουρίμπε κάνει λόγο για «μεμονωμένα περιστατικά» και για κάποια «μαύρα πρόβατα» στο εσωτερικό του στρατού. Στην πραγματικότητα, η πρακτική αυτή είναι συστηματική, προσχεδιασμένη, έχει εξαπλωθεί σε όλες τις ταξιαρχίες σε όλες τις περιοχές της χώρας και εμπλέκονται σε αυτή στρατιωτικοί όλων των βαθμίδων. Μέχρι που το 2008, όταν τα στοιχεία είναι πλέον αδιάσειστα, σε μία κίνηση περισσότερο εντυπωσιασμού παρά ουσίας, ο Ουρίμπε αποπέμπει 27 στελέχη του στρατού, μεταξύ αυτών και κάποιους στρατηγούς.

11 χρόνια μετά, πέρα από απλούς στρατιώτες, κανένας στρατηγός από τους παραπάνω δεν έχει δικαστεί. Και βέβαια, κανένας πολιτικός. Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι ο επόμενος πρόεδρος, ο Χουάν Μανουέλ Σάντος, ο οποίος μάλιστα τιμήθηκε με το Νόμπελ Ειρήνης για την υπογραφή της Συμφωνίας Ειρήνης με τις FARC, διατέλεσε Υπουργός Άμυνας κατά τη δεύτερη θητεία του Ουρίμπε. Ακριβώς δηλαδή, στο διάστημα που εκτοξεύτηκαν τα falsos positivos.

Λογοκρισία και μηνύσεις

Το πολύ ενεργό Κίνημα των Θυμάτων της Κρατικής Τρομοκρατίας (MOVICE), το οποίο συνηθίζει να δρα σε πολλαπλά επίπεδα (νομικό, κινηματικό, επικοινωνιακό, κ.ά,) πήρε την πρωτοβουλία να ανασύρει από την αφάνεια 5.763 από αυτά τα κρατικά εγκλήματα, τα οποία και στοιχειοθέτησε μετά από χρόνια ερευνών.

Στα πλαίσια αυτής της Καμπάνιας για την Αλήθεια, αποφασίστηκε και η παρέμβαση με το επίμαχο γκράφιτι. Οι στρατιωτικοί των οποίων τα πρόσωπα σβήστηκαν είναι υπόλογοι για τον αντίστοιχο αριθμό δολοφονιών που σημειώνεται από πάνω τους. Το ρεκόρ κατέχει ο πρώην Στρατηγός Μάριο Μοντόγια, υπό την ηγεσία του οποίου σημειώθηκαν (τουλάχιστον) 2.429 falsos positivos.

Δύο από τους εν λόγω στρατηγούς απειλούν τώρα το MOVICE με μηνύσεις για συκοφαντική δυσφήμιση και απαιτούν την απόσυρση αυτής της εικόνας από ιστοσελίδες και κοινωνικά δίκτυα. Το γεγονός της λογοκρισίας όμως, προκάλεσε το αντίθετο αποτέλεσμα από το επιδιωκόμενο. Το μήνυμα αναπαράγεται ασταμάτητα όχι μόνο διαδικτυακά, αλλά και σε αφίσες που έχουν γεμίσει τους τοίχους πολλών κολομβιανών πόλεων. Ο στρατός και πάλι σπεύδει επιτόπου για να τις αφαιρέσει. Και ο κόσμος ξανακολλάει τις αφίσες και ξαναζωγραφίζει τα σβησμένα γκράφιτι. Η Καμπάνια για την Αλήθεια έχει μετατραπεί πλέον σε μία μαζική δράση που εκφράζει τη συλλογική οργή για την ατιμωρησία στη χώρα.

Quien dio la orden_censurado.jpg

Μπορεί άραγε αυτό να αποτελεί σημάδι ότι «κάτι αρχίζει να κινείται» στην Κολομβία; Το σίγουρο είναι ότι οι κινηματικές παρεμβάσεις τέτοιου είδους, εκτός από το να ξεμπροστιάζουν τον αντίπαλο απέναντι στην κοινωνία, εκφράζουν μία ανάγκη διατήρησης της συλλογικής μνήμης. Οι συγγενείς των θυμάτων δικαιούνται να γνωρίζουν ποιος ευθύνεται για τη δολοφονία των ανθρώπων τους. Το ερώτημα «Ποιος έδωσε τη διαταγή;» περιμένει απάντηση.

2 σκέψεις σχετικά με το “Η ιστορία πίσω από τη λογοκρισία ενός γκράφιτι στους δρόμους της Κολομβίας

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s