Η UJC ιδρύθηκε το 1957 στο πλαίσιο μιας αιματηρής αντιπαράθεσης ανάμεσα στη Σάντα Κρους και το κεντρικό Κράτος γύρω από τα δικαιώματα της εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων. Αυτή η δύναμη κρούσης τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχει μετατραπεί στην αιχμή του δόρατος των αποσχιστικών παραγόντων που πρωταγωνίστησαν στα δύο πραξικοπήματα ενάντια στον Έβο Μοράλες, υποκινούμενα από την απαίτηση των ελίτ για μεγαλύτερη συμμετοχή τους στα κέρδη από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο.
Ο άντρας με το σταυρό, ο οποίος μπήκε στο Προεδρικό Μέγαρο με τη Βίβλο στο χέρι ολοκληρώνοντας έτσι την ανατροπή του Έβο Μοράλες, είναι κληρονόμος μίας από τις οικογένειες που καρπώνονταν το εμπόριο του φυσικού αερίου μέχρι την εθνικοποίηση του από τον ίδιο τον Μοράλες. Τους μήνες που προηγήθηκαν του πραξικοπήματος, σε συναντήσεις με επενδυτές και ξένους διπλωμάτες, ο Καμάτσο έθεσε τις προτεραιότητες της νέας κυβέρνησης: μεταξύ άλλων, την επανιδιωτικοποίηση αυτών των εταιριών. Ένα ντοσιέ με τις προτάσεις αυτές υπήρχε ήδη στο γραφείο της τότε γερουσιαστή και νυν υπηρεσιακής Προέδρου, Τζανίν Άνιες.
Η UJC πρωταγωνίστησε στις ένοπολες ταραχές ενάντια στον Μοράλες, πριν ακόμα κάνει τη δημόσια εμφάνιση της. Τουλάχιστον από τον προηγούμενο Μάιο ο Καμάτσο συμμετείχε σε διαπραγματεύσεις με ντόπιους και ξένους πολιτικούς και στρατιωτικούς, αναζητώντας στήριξη. Παράλληλα, οι ομάδες κρούσης της Σάντα Κρους αύξαναν τη συχνότητα και την ένταση των επιθέσεων τους σε τοπικά γραφεία του MAS, του κόμματος του Μοράλες και στα σπίτια μελών ή οπαδών του. Ο μηχανισμός του πραξικοπήματος είχε ήδη τεθεί σε εφαρμογή.
Σε ένα εικοσάλεπτο βίντεο που κυκλοφορεί ως παρουσίαση της UJC και του πολιτικού της βραχίονα, της Επιτροπής Υπέρ της Σάντα Κρους, η UJC αυτοπροσδιορίζεται ως «όργανο αγώνα» και «ατσάλινο χέρι» της Επιτροπής στη σταυροφορία ενάντια στις «δυνάμεις του κακού». Στα τελευταία λεπτά φαίνονται σκηνές από την παραστρατιωτική εκπαίδευση των μελών της. Σε άλλα βίντεο τα μέλη της εμφανίζονται να χαιρετούν ναζιστικά.

Η UJC στρατολογεί νεαρούς άντρες από 17 έως 36 ετών. Καυχιέται ότι έχει στις γραμμές της 80.000 μέλη. Ο Καμάτσο ήταν ο νεαρότερος αντιπρόεδρος της οργάνωσης, ο οποίος ανέλαβε αυτή τη θέση σε ηλικία 23 ετών και συνέχισε την πολιτική του καριέρα στην Επιτροπή, παραμένοντας στην UJC ως καθοδηγητής νεολαίας.
Η ιστορία του Καμάτσο έχει κοινά σημεία με εκείνη του Χουάν Γκαϊντό στη Βενεζουέλα, ο οποίος έχει σφετεριστεί την προεδρία της χώρας, χωρίς να τον έχει εκλέξει κανείς. Όπως και τον Γκουαϊντό, τον Καμάτσο δεν τον γνώριζε το 80% των πολιτών της χώρας του, μέχρι που προτάθηκε από την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών ως υποτιθέμενος Πρόεδρος. Έχει επίσης αρκετά κοινά με τους εκπροσώπους της βενεζολάνικης ολιγαρχίας, όπως τον Ενρίκε Καπρίλες και τον Λεοπόλδο Λόπες. Και οι τρεις μοιράζονται την προτίμηση για αντιδημοκρατικές πρακτικές και το κλασικό λουκ του νοτιοαμερικανού πραξικοπηματία: μπλουζάκι πόλο και καπέλο του μπέηζμπολ.
Στη βολιβιανή εκδοχή του πραξικοπηματία όπως ενσαρκώνεται από τον Καμάτσο, χρειάζεται να προσθέσουμε και την έντονα ρατσιστική διάσταση. Πίσω από το κάψιμο της Γουιπάλα, της σημαίας των ιθαγενών των Άνδεων, υπάρχει μία χρόνια παράδοση ρατσιστικού και ταξικού μίσους. Ο ιδρυτής της UJC ήταν ο Κάρλος Βαλβέρντε Μπάρμπερι, ηγέτης της Βολιβιανής Σοσιαλιστικής Φάλαγγας, μίας εθνικιστικής ομάδας που δημιουργήθηκε τη δεκαετία του 1930, κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση των ταγμάτων του Φράνκο στην Ισπανία. Στη δύση της ζωής του διατέλεσε Υπουργός Υγείας του δικτάτορα Ούγκο Μπάνσερ, μέχρι που συνελήφθη από την Ιντερπόλ στο αεροδρόμιο του Ελ Άλτο έχοντας στην κατοχή του ένα βαλιτσάκι γεμάτο κοκαΐνη. Ανάμεσα στα μέλη της Φάλαγγας ήταν και ο διαβόητος Κλάους Μπάρμπι, πρώην γκεσταπίτης που έφτασε στη Βολιβία το 1955 με πλαστή ταυτότητα. Παρέμεινε στη Λα Πας για περίπου τρεις δεκαετίες παίζοντας ενεργό ρόλο στα πραξικοπήματα του Μπάνσερ το 1971 και του Μέσα Τεχάδα το 1980.

Με τη διευκόλυνση των Ηνωμένων Πολιτειών, κατέφυγαν στη χώρα και πολλά μέλη της κροατικής ναζιστικής ομάδας Ουστάσι. Επέλεξαν να εγκατασταθούν στη Σάντα Κρους, όπου σύντομα συνδέθηκαν με την Επιτροπή Υπέρ της Σάντα Κρους. Εξέχον στέλεχος της ομάδας αυτής είναι ο Μπράνκο Μαρίνκοβιτς, επιχειρηματίας και γαιοκτήμονας, ο οποίος ανέλαβε τον Καμάτσο υπό την προστασία και καθοδήγηση του. Οι διαδρομές τους είναι παράλληλες: ο Μαρίνκοβιτς άρχισε να χρηματοδοτεί τα τάγματα εφόδου της UJC αφότου ο Μοράλες. στο πλαίσιο της αγροτικής μεταρρύθμισης απαλλοτρίωσε μέρος των εδαφών που κατείχαν οι οικογένειες αυτών των δύο. Γι’ αυτό και ήδη από το 2006, ο Μαρίνκοβιτς σε δημόσιες δηλώσεις του απειλούσε ότι «η αναδιανομή της γης μπορεί να οδηγήσει σε εμφύλιο πόλεμο».
Αφότου έγινε πράξη η απαλλοτρίωση των εδαφών που κατείχε η οικογένεια του, έβαλε σκοπό να κάνει πράξη και την πρόβλεψη του. Από το 2008, ως πρόεδρος της Επιτροπής άρχισε να προωθεί συστηματικά τα σχέδια για απόσχιση τεσσάρων περιφερειών της χώρας. Είναι οι περιφέρειες της Σάντα Κρους, του Μπένι, του Πάντο και της Ταρίχα. Δηλαδή εκείνες με τα μεγαλύτερα αποθέματα υδρογονανθράκων στο υπέδαφος τους. Εκεί, Μαρίνκοβιτς και Καμάτσο προσπάθησαν να διοργανώσουν διαδηλώσεις «αγανακτισμένων πολιτών». Παραστρατιωτικές δυνάμεις όπως η UJC πρωτοστάτησαν στην δημιουργία έντασης: έκαναν σαμποτάζ στον πετρελαιαγωγό της Ταρίχα, κατέλαβαν τη μονάδα φυσικού αερίου της Βουέλτα Γκράντε καθώς και κυβερνητικά κτήρια, επιτέθηκαν σε υπαλλήλους, διέλυσαν διαδηλώσεις στήριξης στον Μοράλες και εξαπέλυσαν πογκρόμ ενάντια στους ιθαγενικούς πληθυσμούς. Είναι άγνωστος ο αριθμός των νεκρών που έχουν προκαλέσει οι επιθέσεις αυτών των ταγμάτων εφόδου, καθώς ακόμα υπάρχουν χιλιάδες αγνοούμενοι και αγνοούμενες.
Εκείνη η απόπειρα πραξικοπήματος καταπνίγηκε στα μέσα Σεπτέμβρη. Επτά μήνες αργότερα, αποκαλύφθηκαν σχέδια δολοφονίας του Μοράλες από πέντε Ευρωπαίους μισθοφόρους με δεσμούς με νεοναζιστικές ομάδες και με χρηματοδότηση από τον ίδιον τον κυβερνήτη της Σάντα Κρους, Ρουμπέν Κόστας, συνεργάτη του ίδιου του Μαρίνκοβιτς. Ο δεύτερος, για να αποφύγει την ποινική δίωξη, κατέφυγε στο Τέξας, όπου είχε ζήσει για ένα διάσημα ως φοιτητής. Εκεί έλαβε προσωρινό πολιτικό άσυλο, μέχρι που επισκέφθηκε τη Βραζιλία, εξασφάλισε τη στήριξη του Μπολσονάρο και περίμενε υπομονετικά μέχρι να βρεθεί η κατάλληλη στιγμή για να επιστρέψει στη Βολιβία, αφήνοντας στην Σάντα Κρους τον μαθητευόμενο του Λουίς Καμάτσο, σημερινό υποψήφιο πρόεδρο της χώρας. Η αποσταθεροποίηση που προκλήθηκε από την υποχρέωση σε παραίτηση του Μοράλες και μετά, δημιούργησε τις κατάλληλες συνθήκες ώστε να επιτρέψει ο Μαρίνκοβιτς πριν από λίγες εβδομάδες. Την ίδια μέρα, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα ανακοίνωσε την υποψηφιότητα του ως Κυβερνήτη της Σάντα Κρους.
Γνωρίζοντας το παραπάνω παρασκήνιο, τρομάζει κανείς και μόνο που σκέφτεται τι περιμένει το λαό της Βολιβίας, σε περίπτωση που επικρατήσει το ακροδεξιό δίδυμο Καμάτσο – Μαρίνκοβιτς.
Πηγή: El cohete a la luna