Δυστυχώς, είμαστε απόγονοι του Κολόμβου

Η 12η Οκτωβρίου, Ημέρα του Κολόμβου για τις Ηνωμένες Πολιτείες ή Ημέρα της Φυλής για το μεγαλύτερο μέρος της ισπανόφωνης Αμερικής, καθιερώθηκε ως επέτειος εορτασμού της «ανακάλυψης» της Αμερικής από τον Χριστόφορο Κολόμβο το 1492.

Εναλλακτικά, σε κάποιες χώρες έχουν δοκιμαστεί διάφοροι βολικοί εξωραϊσμοί, μέσω ονομασιών όπως Ημέρα των Εξερευνητών, Ημέρα της Συνάντησης, Ημέρα της Ισπανικής Γλώσσας (έμπνευση του Ο.Η.Ε. το τελευταίο). Ευτυχώς, σε πολλές πόλεις σε Βόρεια, Κεντρική και Νότια Αμερική υπάρχει τα τελευταία χρόνια η τάση να καταργηθεί αυτή η μέρα ή να μετονομαστεί σε Ημέρα της Αντίστασης των Ιθαγενών Λαών.

Ας ξεκινήσουμε με το κοινότοπο, ότι δεν μπορείς να ανακαλύψεις μία ήπειρο που ήδη υπάρχει και κατοικείται. Ας υπενθυμίσουμε επίσης, ότι ο Κολόμβος δεν ήταν ο πρώτος που «ανακάλυψε» το λεγόμενο Νέο Κόσμο, καθώς είχαν προηγηθεί οι Βίκινγκς πέντε αιώνες νωρίτερα. Αυτό που έκανε ο Κολόμβος, ήταν να ανοίξει το δρόμο για την ευρωπαϊκή εκμετάλλευση και αποικιοποίηση της αμερικανικής ηπείρου, αλλά και την εξολόθρευση των πληθυσμών της.

Η ιστορία της υδρογείου είναι φτιαγμένη από κατακτήσεις και ήττες, αποικισμούς και ανακαλύψεις των Άλλων. Όμως την «ανακάλυψη» του Κολόμβου τη διαδέχτηκε η μεγαλύτερη γενοκτονία στην ιστορία της ανθρωπότητας. Για παράδειγμα, ο πληθυσμός του Μεξικού στις παραμονές της κατάκτησης ήταν περίπου 25 εκατομμύρια. Το 1600, ένα εκατομμύριο. Καμία από τις μεγάλες σφαγές του 20ου αιώνα δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτή την εκατόμβη. Τα αίτια της μείωσης του πληθυσμού ήταν οι άμεσες δολοφονίες, η κακομεταχείριση και τρίτον, οι άγνωστες για τους γηγενείς ασθένειες: το «μικροβιακό σοκ». Οι κονκισταδόρες δεν έκαναν τίποτα για να εμποδίσουν την εξάπλωση των επιδημιών. Αντιθέτως, το γεγονός ότι οι άπιστοι Ιθαγενείς πεθαίνουν σαν τις μύγες ήταν η «απόδειξη» ότι ο Θεός ήταν με το μέρος των κατακτητών.

Ο Κολόμβος δεν ανακάλυψε ούτε τους Αμερικανούς

Τα αποσπάσματα που ακολουθούν είναι από το βιβλίο του Τσβετάν Τοντορόφ Η Κατάκτηση της Αμερικής.

Η αλήθεια είναι ότι ο Κολόμβος ήταν διορατικότερος όταν παρατηρούσε τη φύση παρά όταν προσπαθούσε να καταλάβει τους ιθαγενείς. Το ναυτικό επάγγελμα έχει να κάνει με τη φύση παρά με τον πλησίον, άλλωστε. Η μόνη αποτελεσματική επικοινωνία που εγκαθιδρύσει με τους ιθαγενείς στηρίζεται και αυτή στις γνώσεις του για τα άστρα, όταν εκμεταλλεύεται το γεγονός ότι γνωρίζει την ημερομηνία μιας επικείμενης έκλειψης της σελήνης για να τους πείσει να του φέρουν δωρεάν τρόφιμα (…) Ο Κολόμβος θεωρεί τους ανθρώπους μέρος του τοπίου. Οι παρατηρήσεις του για τους κατοίκους των νησιών εμφανίζονται εν μέσω των παρατηρήσεων του για τη φύση. «Στα εδάφη αυτά υπάρχουν πολλά κοιτάσματα μετάλλων και αναρίθμητοι κάτοικοι». Καταλήγει με κατάπληξη ότι οι Ινδιάνοι, αν και γυμνοί, φαίνονταν πλησιέστεροι στους ανθρώπους παρά στα ζώα. Σωματικά γυμνοί, είναι επίσης στα μάτια του και απογυμνωμένοι από κάθε πολιτισμική ιδιότητα. Οι Ινδιάνοι αποκαλύπτονται χωρίς νόμο και χωρίς θρησκεία και αν έχουν κάποιον υλικό πολιτισμό, δε συγκρατεί την προσοχή του Κολόμβου, όπως άλλωστε ούτε ο πνευματικός πολιτισμός τους. Στην καλύτερη περίπτωση, η στάση του απέναντι σε αυτόν τον άλλον πολιτισμό είναι σαν του φυσιοδίφη ή του συλλέκτη αξιοπερίεργων αντικειμένων και δε συνοδεύεται ποτέ από καμία απόπειρα κατανόησης (…)

Έτσι, δίνει ελάχιστη προσοχή στις ξένες γλώσσες. Η αυθόρμητη αντίδραση που συνιστά το υπόβαθρο της συμπεριφοράς του είναι κατά βάθος ότι η γλωσσική ποικιλότητα δεν υφίσταται. Αυτό είναι εντυπωσιακό, δεδομένου ότι ο ίδιος ο Κολόμβος είναι πολύγλωσσος και ταυτόχρονα δε διαθέτει μητρική γλώσσα. Παραγνωρίζει επομένως την ποικιλία των γλωσσών, κάτι που του αφήνει μόνο δύο δυνατές συμπεριφορές μπροστά σε μια ξένη γλώσσα: ή να αναγνωρίσει ότι πρόκειται για γλώσσα, αλλά να αρνηθεί να πιστέψει πως είναι διαφορετική, ή να αναγνωρίσει τη διαφορετικότητα της αλλά να αρνηθεί να παραδεχθεί ότι πρόκειται για γλώσσα. Αυτή την αντίδραση του προξενούν οι Ινδιάνοι που συναντά αρχικά: «.. όταν έρθει ο καιρός να αναχωρήσω θα πάρω μαζί μου έξι να τους φέρω στις Αυτών Υψηλότητες για να μάθουν να μιλάνε». Αργότερα καταδέχεται ότι έχουν κάποια γλώσσα αλλά δεν κατορθώνει να σχηματίσει την ιδέα πως είναι διαφορετική, επιμένοντας να ακούει στα λόγια τους οικείες λέξεις και να τους μιλάει σα να επρόκειτο να τον καταλάβουν ή να τους κατηγορεί για κακή προφορά ονομάτων ή λέξεων που νομίζει πως αναγνωρίζει. Αποτέλεσμα: πλήρης ασυνεννοησία. Ο Κολόμβος αποτυγχάνει στην ανθρώπινη επικοινωνία, κυρίως επειδή δεν τον ενδιαφέρει (…)

Οι άνθρωποι αυτοί είναι καλοί, δηλώνει ευθύς εξαρχής ο Κολόμβος, χωρίς να νοιάζεται να στηρίξει τη διαβεβαίωση του. Όταν γνωρίσει καλύτερα τους Ινδιάνους θα πάει στο άλλο άκρο. Ναυαγισμένος στη Τζαμάικα, βλέπει να είναι «περικυκλωμένος από μυριάδες άγριους που είναι γεμάτοι σκληρότητα και εχθροί μας». Οι χαρακτηρισμοί που χρησιμοποιεί είναι αποκλειστικά τα επίθετα καλός/ κακός, που στην πραγματικότητα δε μας μαθαίνουν τίποτα. Δυο γνωρίσματα των Ινδιάνων φαίνονται εκ πρώτης όψεως λιγότερο προβλέψιμα από τα άλλα: η «γενναιοδωρία» τους και η «δειλία» του, περιγραφές που μας δίνουν περισσότερες πληροφορίες για τον ίδιο παρά για τους Ινδιάνους. Του φαίνεται ότι η γενναιοδωρία αγγίζει τη βλακεία. Γιατί εκτιμούν ένα κομμάτι γυαλί όσο και ένα νόμισμα; Όπως συνέβαινε και με τις γλώσσες, ο Κολόμβος επίσης δεν καταλαβαίνει ότι οι αξίες είναι συμβατικές, ότι ο χρυσός δεν είναι πολυτιμότερος από το γυαλί «καθ’ εαυτόν» αλλά μόνο στο ευρωπαϊκό ανταλλακτικό σύστημα. Βάσει αυτών των παρατηρήσεων, θα δηλώσει ότι οι Ινδιάνοι είναι οι πιο γενναιόδωροι άνθρωποι του κόσμου. Μια άλλη σχέση με την ιδιωτική ιδιοκτησία θα μας έδινε άραγε κάποια εξήγηση γι’ αυτές τις «γενναιόδωρες» συμπεριφορές; (…) Αργότερα, ο Ερνάντο, ο γιος του, παρατηρεί ότι έμοιαζε να είναι όλα τα αγαθά κοινά. Μια μέρα κάποιοι Ινδιάνοι δοκίμασαν να πάρουν αντικείμενα και από τους χριστιανούς, πιστεύοντας ότι κι εκείνοι είχαν την ίδια συνήθεια. Ο Κολόμβος τότε, ξεχνά την αρχική του αντίληψη, δηλώνει ότι οι Ινδιάνοι είναι όλοι κλέφτες και τους επιβάλλει σκληρές τιμωρίες.

Colon

Αφομοίωση ή εξόντωση

Δεν αποκομίζουμε την εντύπωση ότι ο Κολόμβος κατόρθωσε να καταλάβει τελικά τους Ινδιάνους καλύτερα από πριν: στην πραγματικότητα δε βγαίνει ποτέ από τον εαυτό του. Η στάση του απέναντι στους Ινδιάνους στηρίζεται στην αντίληψη που έχει γι’ αυτούς. Διακρίνουμε δυο συνιστώσες της, τις οποίες συναντάμε σε κάθε σχέση αποικιστή- αποικιζόμενου. Αρχικά, τους θεωρεί ως ανθρώπινα όντα, συμπεριφορά που καταλήγει στον αφομοιωτισμό, στην προβολή των προσωπικών του αξιών στους άλλους. Ο Κολόμβος θέλει οι Ινδιάνοι να είναι σαν εκείνον και σαν τους Ισπανούς. Είναι αφομοιωτιστής με τρόπο ασυνείδητο και απλοϊκό. Η συμπάθεια του μεταφράζεται εντελώς «φυσικά» στην επιθυμία να τους δει να υιοθετούν τα δικά του έθιμα. Τον περισσότερο καιρό, το αφομοιωτικό πρόταγμα συγχέεται με την επιθυμία εκχριστιανισμού των Ινδιάνων, διάδοσης του Ευαγγελίου. Του φαίνεται πως οι Ινδιάνοι φέρουν ήδη χριστιανικές αρετές, πως έχουν προδιάθεση για το χριστιανισμό, πως δεν έχουν καμία θρησκεία. Κατά τη δεύτερη αποστολή, οι μοναχοί που συνοδεύουν τον Κολόμβο, αρχίζουν να προσηλυτίζουν τους Ινδιάνους αλλά ελάχιστοι συμμορφώνονται. Πέταγαν τις εικόνες και τις ποδοπατούσαν.

Όπως και να έχει, τώρα πια ξέρουμε ότι η πνευματική εξάπλωση συνδέεται με την υλική κατάκτηση, η μάλλον η δεύτερη είναι ταυτόχρονα και η προϋπόθεση της πρώτης. Κινείται ανάμεσα στον προσηλυτισμό και την επιθυμία εύρεσης χρυσού όταν απευθύνεται στους βασιλείς, λες και υπάρχει ανάμεσα τους μια ορισμένη ισορροπία: οι Ισπανοί δίνουν τη θρησκεία και παίρνουν το χρυσό. Όμως, η συναλλαγή είναι ασύμμετρη και δεν ικανοποιεί αναγκαστικά το δεύτερο μέρος. Αν δε θέλουν οι Ινδιάνοι να δώσουν τα πλούτη τους, τότε θα πρέπει να υποταχθούν στρατιωτικά και πολιτικά και να τους τα πάρεις δια της βίας (…)Αναχωρώντας για τρίτη φορά για την Αμερική, ζητά την άδεια να πάρει μαζί του εγκληματίες εθελοντές που θα τους δινόταν χάρη. Πρόκειται ακόμα για το εκχριστιανικό πρόταγμα;

Έτσι, με προοδευτικές διολισθήσεις ο Κολόμβος θα περάσει από τον αφομοιωτισμό, στη δουλοκτητική ιδεολογία και άρα στη βεβαίωση της κατωτερότητας των Ινδιάνων. Πράγμα που θα μπορούσε κανείς να μαντέψει από κάποιες συνοπτικές κρίσεις που εμφανίζονται ήδη από τις πρώτες επαφές: «θα πρέπει να είναι καλοί υπηρέτες και εφευρετικοί», «είναι καλοί για να τους διατάζεις». Καθιερώνει επίσης διακρίσεις ανάμεσα σε αθώους Ινδιάνους, δυνητικά χριστιανούς και ειδωλολάτρες Ινδιάνους, που ασκούν τον κανιβαλισμό. Ή ανάμεσα σε ειρηνικούς (που υποτάσσονται στην εξουσία του) και φιλοπόλεμους Ινδιάνους, που επομένως είναι άξιοι τιμωρίας. Αλλά το σημαντικό είναι ότι όποιοι δεν είναι ήδη χριστιανοί, δεν μπορεί παρά να είναι δούλοι, τρίτος δρόμος δεν υπάρχει. Σκέφτεται έτσι, τα πλοία που μεταφέρουν κοπάδια στην κατεύθυνση Ευρώπη – Αμερική να φορτωθούν με δούλους στο δρόμο της επιστροφής για να μη γυρίζουν άδεια. Έτσι, θέλει να φέρει δύο δείγματα από όλα τα είδη: δέντρα, πουλιά, ζώα και Ινδιάνους. Η ισοδυναμία που εγκαθιδρύεται άρρηκτα μεταξύ ζώων και ανθρώπων δεν είναι προφανώς χωρίς λόγο. «Οι μεταφορείς θα μπορούσαν να πληρώσουν σε δούλους από αυτούς τους κανίβαλους, ανθρώπους άγριους αλλά και με ωραίο παράστημα, καλοφτιαγμένους και άριστης αντίληψης, οι οποίοι, όταν τους βγάλουμε από τη μη ανθρώπινη κατάσταση όπου βρίσκονται, πιστεύουμε ότι θα είναι καλύτεροι απ’ όλους τους δούλους». Στο μυαλό του Κολόμβου, η διάδοση της πίστης και ο εξανδραποδισμός συνδέονται άρρηκτα.

Πώς ο Κολόμβος μπορεί και συντονίζεται με αυτούς τους δύο φαινομενικά αντιφατικούς μύθους, του «καλού αγρίου» και του δυνάμει δούλου; Μπορεί, επειδή και οι δύο στηρίζονται σε κοινή βάση, στην παραγνώριση των Ινδιάνων και στην άρνηση να τους δεχτεί ως ίσα αλλά διαφορετικά υποκείμενα. Η διαφορετικότητα, μεταφράζεται αμέσως σε όρους ανωτερότητας και κατωτερότητας: αρνείται την ύπαρξη μιας πραγματικής άλλης ανθρώπινης υπόστασης, που μπορεί να είναι κάτι παραπάνω από μια ατελής κατάσταση του εαυτού του. Ακόμα κι όταν δεν τίθεται θέμα δουλείας, η συμπεριφορά του Κολόμβου συνεπάγεται ότι δεν αναγνωρίζει στους Ινδιάνους το δικαίωμα να έχουν δική τους βούληση, ότι τους θεωρεί εν ολίγοις έμβια αντικείμενα. Και τα δυο αυτά στοιχειώδη σχήματα της εμπειρίας της ετερότητας στηρίζονται στον εγωκεντρισμό, την ταύτιση των προσωπικών αξιών με τις αξίες εν γένει.

Σκότωσε τον Κολόμβο μέσα σου

Από την εποχή εκείνη και επί 350 χρόνια περίπου, η Δυτική Ευρώπη πάσχισε να αφομοιώσει τον άλλο, να εξαφανίσει την εξωτερική ετερότητα και, κατά ένα μεγάλο μέρος, το κατόρθωσε. Ο τρόπος της ζωής της και οι αξίες της εξαπλώθηκαν στον κόσμο ολόκληρο. Όπως επιθυμούσε ο Κολόμβος, οι αποικισμένοι υιοθέτησαν τα έθιμα μας και ντύθηκαν.

Είμαστε όλοι σε ευθεία γραμμή απόγονοι του Κολόμβου, γράφει ο Τοντορόφ, η γενεαλογία μας αρχίζει μ’ εκείνον. Πράγματι, ο τρόπος σκέψης μας, ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε το οικείο και το διαφορετικό, είναι διαποτισμένος από τη ματιά του Κολόμβου. Δεν έχουμε καταφέρει να την υπερβούμε. Τον Άλλον, τον κάθε Άλλον και Άλλην, θέλουμε είτε να τον αφομοιώσουμε, είτε να τον εξοντώσουμε. Το «όλοι διαφορετικοί όλοι ίσοι» είναι απλά ένα σύνθημα για γέλια.

Θέλουμε την ισότητα, χωρίς να συνεπιφέρει την ταυτότητα αλλά και τη διαφορά, χωρίς να εκφυλίζεται σε ανωτερότητα ή κατωτερότητα. Ελπίζουμε ότι θα ποριστούμε τα οφέλη και του εξισωτιστικού μοντέλου και του ιεραρχικού.

Να βιώσεις τη διαφορά μέσα στην ισότητα: πιο εύκολο να το λες, παρά να το κάνεις.

Σχολιάστε